- Γκογκέν, Πολ
- (Paul Gauguin, Παρίσι 1848 – Ατουάνα, νησιά Μαρκέσας 1903).Γάλλος ζωγράφος. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους αναμορφωτές της μοντέρνας ζωγραφικής με ευρύτατη επίδραση σε πολλά πρωτοποριακά ρεύματα του 20ού αι. Άρχισε να ζωγραφίζει μετά τα 25 του χρόνια. Την εποχή αυτή εργαζόταν στο χρηματιστηριακό γραφείο Μπερτέν, ενδιαφερόταν για την τέχνη, σύχναζε στις εκθέσεις και αγόραζε πίνακες ιμπρεσιονιστών ζωγράφων. Το 1873 παντρεύτηκε τη Μέτε Σοφίε Γκαντ, Δανή από καλή αστική οικογένεια και απέκτησε πέντε παιδιά. Ήταν ευκατάστατος, ζούσε ομαλά –φαινομενικά τουλάχιστον– χωρίς προβλήματα και ιδιαίτερες εσωτερικές ανησυχίες. Άρχισε να ζωγραφίζει από το 1874 και να λαμβάνει μέρος στις εκθέσεις των ιμπρεσιονιστών. Αλλά τον Ιανουάριο του 1883 εντελώς απροειδοποίητα εγκατέλειψε την εργασία του για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη ζωγραφική. Τις στερήσεις και τις απογοητεύσεις ακολούθησε το διαζύγιο από τη σύζυγό του. Το 1886, στο Ποντ Αβέν της Βρετάνης, συνδέθηκε φιλικά με τον Εμίλ Μπερνάρ και στο Παρίσι με τον Βαν Γκογκ. Δύο χρόνια αργότερα ακολούθησε τον Βαν Γκογκ στην Αρλ, αλλά αναγκάστηκε να τον εγκαταλείψει μετά την εκδήλωση της τρέλας του. Το 1891 έφυγε για την Ταϊτή. Ύστερα από δύο χρόνια επέστρεψε στη Γαλλία και το 1895 εγκαταστάθηκε στα νησιά Μαρκέσας, στον νοτιοδυτικό Ειρηνικό, χωρίς να ξαναγυρίσει ποτέ στην πατρίδα του. Πέθανε σε ηλικία 55 ετών, απελπισμένος και μόνος. Η απόδρασή του στα νησιά του Ειρηνικού αντιπροσώπευε την ανάγκη να αναζητήσει στην πρωτόγονη και στατική ζωή των ιθαγενών και στο μεγαλείο μιας φύσης σχεδόν παρθένας, την απελευθέρωσή του από κάθε εφήμερο και συμβατικό δεσμό και την oλοκλήρωσή του μέσα στις προαιώνιες αξίες της ψυχής και της τέχνης. Η ιδιοσυγκρασία του είχε πολύ νωρίτερα εκδηλωθεί στην τέχνη του, από την εποχή της δεύτερης διαμονής του στο Ποντ Αβέν, το 1888, όταν με την επίδραση του Εμίλ Μπερνάρ άρχισε να αποσκιρτά από την ιμπρεσιονιστική ζωγραφική και να κατευθύνεται σε νέες συνθετικές έρευνες. Στην εποχή αυτή ανήκουν το Όραμα μετά το κήρυγμα (1888, Εθνική Πινακοθήκη Σκοτίας), ο περίφημος Κίτρινος Χριστός (1889, Νέα Υόρκη, Allbright Art Gallery), η Αυτοπροσωπογραφία με τον κίτρινο Χριστό (1890) κ.ά. Στην ατμοσφαιρική αστάθεια της ιμπρεσιονιστικής ζωγραφικής και στην προγραμματική, φευγαλέα και αναλυτική τεχνική της ο Γ. αντέταξε τη σταθερή τάξη των καθαρών χρωματικών ζωνών οι οποίες οροθετούνται από μαύρα περιγράμματα που θυμίζουν την περίκλειστη κατασκευή των γοτθικών υαλογραφημάτων.
Η ζωγραφική του Γ., σοβαρή και επιβλητική, δισδιάστατη και μετωπική σαν τις αιγυπτιακές τοιχογραφίες, χωρίς προοπτικά τεχνάσματα, γεμάτη σύμβολα και αφαιρέσεις, έχοντας βάση στα καθαρά και επίπεδα χρώματα και στη συνθετική πλοκή των γραμμών, προμηνύει τους μεταγενέστερους ζωγραφικούς πειραματισμούς, όπως τον φοβισμό και αργότερα την αφηρημένη τέχνη. Αυτά τα στοιχεία, αλλά κυρίως οι πολυάριθμες ξυλογραφίες του Γ. είχαν βαθιά επίδραση και στους πρώτους εξπρεσιονιστές. Οι επιστολές και τα κείμενά του, κυρίως το Νοά-Νοά και το Πριν και Μετά (Avant et Après), αποκαλύπτουν τον μόχθο που κατέβαλε σε όλη του τη ζωή επιθυμώντας με τα εκφραστικά μέσα της εποχής του να δώσει στα έργα του ένα νόημα αιώνιο και συνάμα σύγχρονο.
Στα κυριότερα έργα του συγκαταλέγονται ακόμα τα: Γυναίκες της Ταϊτής (1891), Χαίρε Μαρία (1891, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης), Αυτοπροσωπογραφία (1892, Παρίσι, συλλογή Μορίς Ντενί), Αγορά (1892, Βασιλεία, Μουσείο Καλών Τεχνών), Βαρβαρικά Ποιήματα (1896, Μασαχουσέτη, The Fogg Art Museum), Ποτέ πια (1897), το αριστούργημά του Από πού ερχόμαστε, ποιοι είμαστε, πού πηγαίνουμε, (1897, Βοστόνη, Μουσείο Καλών Τεχνών), Τα στήθη με τα κόκκινα άνθη (1899), Το χρυσάφι του σώματος τους (1901) κ.ά.
«Αυτοπροσωπογραφία»· η τελευταία εικόνα που άφησε ο Πολ Γκογκέν για τον εαυτό του (Μουσείο Καλών Τεχνών, Βασιλεία· φωτ. Igda).
«Το άσπρο άλογο», ένας από τους χαρακτηριστικότερους πίνακες του Πολ Γκογκέν (Μουσείο Ιμπρεσιονιστών, Παρίσι).
«Παραού Παραού», ένας αριστουργηματικός πίνακας του Γάλλου ζωγράφου Πολ Γκογκέν.
Dictionary of Greek. 2013.